Ορεογραφία

Ονοματολογία του Βουνού

Τα βουνά και τα ορεινά συγκροτήματα κατατάσσονται ανάλογα με τον όγκο, τη μορφολογία και με το υψόμετρο σε 4 κατηγορίες:

  • Χαμηλό βουνό με υψόμετρο όχι πάνω από 1200 μέτρα.
  • Μέσο βουνό με υψόμετρο από 1200 έως το πολύ 2500 μέτρα.
  • Ψηλό βουνό με υψόμετρο από 2500 έως 8.848 μέτρα.

Οι Βαθμοφόροι του Σώματος Ελλήνων Προσκόπων ενδιαφέρονται συνήθως για μέσου ύψους βουνά. Η πεζοπορία μπορεί να είναι μονοήμερη ή πολυήμερη.

Βάραθρο Βαθύ και απόκρημνο ρήγμα στη γη. Απόκρημνο πηγάδι,
Βουνό Ύψωμα της επιφάνειας της γης πού ξεπερνά τα 300 μ.
Διάσελο Ο αυχένας μεταξύ δύο κορυφών ή δύο λόφων. Το πέρασμα από τα χαμηλότερα σημεία κορυφογραμμής.
Ισοϋψείς καμπύλες (Υψομετρικές) Οι καμπύλες πού χαράσσονται στους τοπογραφικούς χάρτες και πού συνδέουν όλα τα σημεία του ίδιου ύψους. Αποδίδουν με μεγάλη σαφήνεια πάνω στο χάρτη την υψομετρική μορφή του εδάφους.
Κλίμακα χάρτη Είναι ή σταθερή αναλογία των μηκών των γραμμών του χάρτη προς τις αντίστοιχες γραμμές του εδάφους. Π.χ. κλίμακα χάρτη 1:200.000 σημαίνει ότι μία απόσταση στο χάρτη 1 εκ. αντιστοιχεί στο έδαφος με 2.000 μ.
Κοιλάδα Μικρή και επιμήκης πεδιάδα ανάμεσα σε βουνά ή λόφους.
Κορυφή Το ψηλότερο σημείο ενός υψώματος βουνού ή λόφου.
Κορυφογραμμή Η ψηλότερη γραμμή των πλαγιών του βουνού πού περνά από τις κορυφές και τους αυχένες του και αποτελεί τη γραμμή διαχωρισμού των νερών της βροχής.
Λαγκάδι Στενή δασωμένη κοιλάδα.
Λίμνη Μεγάλο φυσικό ή τεχνητό κοίλωμα της γης γεμάτο νερό.
Λόφος Ύψωμα της επιφάνειας της γης μέχρι 300 μ.
Ορεινός όγκος Βουνό με πολυσύνθετη όψη. Ομάδα βουνών πού συνδέονται μεταξύ τους.
Ορεινό συγκρότημα Αποτελείται από πολλούς ορεινούς όγκους ή και οροσειρές.
Ορεογραφία Κλάδος της φυσικής γεωγραφίας που ασχολείται με την περιγραφή των βουνών και την αποτύπωση τους σε χάρτες.
Οροπέδιο Μεγάλη επίπεδη έκταση, ή ελαφρά λοφώδης, πάνω σε βουνό, πού περιορίζεται ολόγυρα από κορυφές ή απότομες πλαγιές.
Όρος Ύψωμα της επιφάνειας της γης πού ξεπερνά τα 1000 μ. Λέγεται και βουνό. Παρουσιάζει κορυφή, πλαγιές και πρόποδες, είναι επιβλητικό και έχει σύνθετη όψη αφού αποτελείται συνήθως από πολλές ανάγλυφες μορφολογικές μονάδες. Βρίσκεται μόνο του ή μαζί με άλλα βουνά κατά σειρές (οροσειρά) ή κατά ομάδες (ορεινός όγκος)
Οροσειρά Σειρά βουνών που συνδέονται μεταξύ τους. Αλυσίδα βουνών.
Πεδιάδα Μεγάλη και ομαλή έκταση γης.
Πλαγιά Η κατηφορική πλευρά ενός λόφου ή βουνού.
Ποταμός Ογκώδες ρεύμα γλυκού νερού που ξεκινά από πηγές, σχηματίζει κοίτη, και χύνεται σε θάλασσα ή λίμνη.
Πρόποδες Το κατώτερο μέρος λόφου ή βουνού από το οποίο αρχίζει ή κλίση αυτού
Ρεματιά Μικρή χαράδρα. Η κοίτη χειμάρρου.
Ρυάκι Μικρό ρεύμα νερού. Μικρό ποτάμι.
Σπήλαιο Φυσικό βαθύ κοίλωμα, απλό ή πολυδαίδαλο, μέσα σε βράχους κάτω από το έδαφος.
Τοπογραφία Είναι το σύνολο των γνώσεων και των μεθόδων που είναι απαραίτητες για την αναπαράσταση, σ’ ένα φύλλο χαρτί, σε οριζόντια προβολή και σε σμίκρυνση, μίας εδαφικής επιφάνειας με όλα της τα φυσικά ή τεχνητά αντικείμενα.
Τριγωνομετρικό σημείο Ορατό σημείο στην κορυφή ενός υψώματος στο οποίο έχει γίνει μέτρηση μεγάλης ακρίβειας. Το σημείο αυτό δείχνεται, κατά κανόνα, μ’ ένα τσιμεντένιο κολωνάκι. Στα τριγωνομετρικά αυτά σημεία στηρίζεται η τοπογραφία για την πλήρη αναπαράσταση του εδάφους.
Υψίπεδο Πεδιάδα πού βρίσκεται σε μεγάλο υψόμετρο.
Υψόμετρο Το ύψος (ή κατακόρυφη απόσταση) ενός σημείου από τη μέση στάθμη της επιφάνειας της θάλασσας.
Φαράγγι Βαθιά και στενή χαράδρα με απόκρημνες πλευρές. Βαθύ χάσμα ανάμεσα σε βουνά.
Χαράδρα Μακρόστενο βαθύ χάσμα, κυρίως στις πλαγιές των βουνών, που σχηματίστηκε από τη διάβρωση χειμάρρων.
Χάρτης Είναι ή αναπαράσταση, σ’ ένα φύλλο χαρτί, όλων των φυσικών ή τεχνητών λεπτομερειών του εδάφους, σε οριζόντια προβολή και σε σμίκρυνση.
Χείμαρρος Ορμητικό ρεύμα νερού που σχηματίζεται από τις βροχές και το λιώσιμο των χιονιών και το οποίο έχει μεγάλη διαβρωτική ικανότητα.

 

Για να μπορούν οι πεζοπόροι να περιγράφουν το βουνό και να συνεννοούνται στις συζητήσεις που κάνουν ή προσδιορίζοντας την γεωγραφική τους θέση, ταξινόμησαν τα κομμάτια με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και τα ονόμασαν:

  1. Κορυφή
  2. Δόντι ή Βελόνα: αιχμηρή κορυφή
  3. Διάσελο: το σχετικά ομαλό κομμάτι που ενώνει δύο κορυφές.
  4. Κορυφογραμμή: Η νοητή γραμμή του βουνού που περιέχει διαδοχικά τα ψηλότερά του σημεία (κορφές, διάσελα κ.λ.π).
  5. Ορθοπλαγιά:  Το σχετικά όρθιο κομμάτι μιας πλαγιάς. (γκρεμός).
  6. Πυλώνας-Πιλιέ: Το κομμάτι της ορθοπλαγιάς που εξέχει σαν τεράστιος κεκλιμένος στύλος και φαίνεται να τη στηρίζει.
  7. Κόψη: Η κεκλιμένη τομή δύο ορθοπλαγιών διαφορετικού προσανατολισμού.
  8. Σπιρούνι: Πυλώνας που δεν φτάνει μέχρι την κορυφή της ορθοπλαγιάς και σχηματίζει δικιά του κορυφή μπροστά από αυτή.
  9. Λούκι-Κολουάρ: Ο ανηφορικός έως όρθιος διάδρομος σε μια ορθοπλαγιά. Συνήθως βρίσκεται ανάμεσα σε δύο πυλώνες ή ανάμεσα σε ένα πυλώνα και μία κόψη.
  10. Λαιμός: Ομαλή σχετικά οριζόντια κόψη.
  11. Χτένι: Πριονωτή σχετικά οριζόντια κόψη.
  12. Λυρί: Μικρός Λαιμός.
  13. Σαμαράκι: μέρος του Λαιμού του χτενιού ή του λυριού που μοιάζει με σαμάρι.
  14. Κοιλάδα: Σχετικά οριζόντια περιοχή με ορθοπλαγιές τριγύρω.
  15. Οροπέδιο: πεδινή έκταση πάνω στο βουνό.
  16. Πλατό ή Πλάτωμα: μικρό Οροπέδιο.
  17. Λάκα: Βαθύ κοίλωμα του εδάφους (δολίνη ή λεκάνη απορροής).
  18. Ζωνάρι: σχετικά οριζόντιο κομμάτι ή διάδρομος, σαν σκαλί πάνω στην ορθοπλαγιά.
  19. Πόρτα: Στενό πέρασμα ανάμεσα σε δύο διαφορετικές περιοχές ενός βουνού.
  20. Σχίσμα: Η διακοπή μιας κόψης, χτενιού ή λαιμού από φαρδιά σχισμή που κατεβαίνει αρκετά χαμηλά.
  21. Σάρα: Το κομμάτι της ομαλής πλαγιάς που σχηματίζεται από τα κινητά συντρίμμια και πετρώματα της ορθοπλαγιάς.
  22. Παγετώνας: Μια τεράστια μάζα αιώνιου πάγου που συνήθως καταλαμβάνει το χώρο μιας κοιλάδας και προχωρά προς τα κάτω με ρυθμό μερικών μέτρων ετησίως.
  23. Σεράκ: Το ακραίο κομμάτι του παγετώνα που βρίσκεται πάνω από γκρεμό.
  24. Κρεβάς: ρωγμή πάνω στον παγετώνα.
  25. Ριμέ: Χαρακτηριστική σχισμή μεταξύ του παγετώνα και της ορθοπλαγιάς είτε αυτή είναι από  βράχο είτε από χιόνι και πάγο.
  26. Κορνίζα: Εξώστης που σχηματίζεται από χιόνι στο πάνω μέρος της ορθοπλαγιάς.